- οἰκογενής
- οἰκογενήςborn in the housemasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
οικογενής — ές (Α οἰκογενής, ές) νεοελλ. ιατρ. χαρακτηρισμός νόσου η οποία εμφανίζεται με μεγάλη συχνότητα σε μια οικογένεια και η οποία οφείλεται, στις περισσότερες περιπτώσεις, σε κληρονομικότητα («η αιμοφιλία είναι οικογενής νόσος») αρχ. 1. (για δούλους)… … Dictionary of Greek
οἰκογενῆ — οἰκογενής born in the house neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) οἰκογενής born in the house masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) οἰκογενής born in the house masc/fem acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκογενεῖ — οἰκογενής born in the house masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) οἰκογενής born in the house masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκογενεῖς — οἰκογενής born in the house masc/fem acc pl οἰκογενής born in the house masc/fem nom/voc pl (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκογενές — οἰκογενής born in the house masc/fem voc sg οἰκογενής born in the house neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκογενοῦς — οἰκογενής born in the house masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκογενέσι — οἰκογενής born in the house masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκογενέσιν — οἰκογενής born in the house masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκογενῶν — οἰκογενής born in the house masc/fem/neut gen pl (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εγκεφαλοπάθεια, σπογγοειδής — Ομάδα σποραδικών (αυτόματης εμφάνισης, χωρίς αναγνωριζόμενη αιτία), μεταδιδόμενων ή κληρονομικών εγκεφαλοπαθειών, που παρουσιάζουν ποικιλία στον χρόνο επώασης και στην ταχύτητα εξέλιξης, είναι όμως πάντα θανατηφόρες, αφού μέχρι τώρα δεν υπάρχει… … Dictionary of Greek